Η πολυφωτονική μικροσκοπία έχει αναδειχθεί ως ένα ισχυρό εργαλείο για την κατανόηση της αρχιτεκτονικής των ιστών, της κυτταρικής δομής και δυναμικής, και επίσης χρησιμοποιείται για τον προσδιορισμό χωροταξικών και τοπολογικών πληροφοριών σχετικών με κύτταρα και ιστούς.

Οι προηγμένες εγκαταστάσεις Πολυφωτονικής Συνεστιακής Μικροσκοπίας στο Ινστιτούτο Μοριακής Βιολογίας και Βιοτεχνολογίας του ΙΤΕ παρέχουν πρόσβαση σε τεχνολογικά εξελιγμένες υποδομές, οι οποίες μέχρι στιγμής είναι μοναδικές του είδους τους στην Ελλάδα.

Η Μονάδα ενσωματώνει την τελευταία λέξη της τεχνολογίας στην πολυφωτονική συνεστιακή μικροσκοπία και την οπτική απεικόνιση βιολογικού υλικού με στόχο να επιτρέψει στους ερευνητές να διακρίνουν με ακρίβεια και να παρακολουθούν θεμελιώδεις βιολογικές διεργασίες, βαθιά μέσα σε ζωντανά κύτταρα και οργανισμούς.

Οι απεικονιστικές τεχνικές φθορισμού χρησιμοποιούνται πλέον ευρέως και εκτιμούνται ως πολύτιμα, σύγχρονα μέσα μελέτης βιολογικών φαινομένων. Εξελιγμένα όργανα μικροσκοπίας με σάρωση λέιζερ, εξαιρετικά ευαίσθητες ψηφιακές κάμερες και εξειδικευμένοι ανιχνευτές φθορισμού καθιστούν δυνατή την παρακολούθηση και απεικόνιση κυτταρικών διεργασιών σε πραγματικό χρόνο και σε μοριακό επίπεδο.

Η τεχνολογία διφωτονικής μικροσκοπίας προσφέρει επιπλέον απαράμιλλη λεπτομέρεια στην βιολογική απεικόνιση και είναι εξαιρετικά χρήσιμη στην παρατήρηση κυτταρικών λειτουργιών in vivo. Η διφωτονική μικροσκοπία έχει ένα ευρύ φάσμα εφαρμογών σε μελέτες ρύθμισης της γονιδιακής έκφρασης, στην ανάπτυξη και την νευροβιολογία, επιτρέποντας πειραματικές προσεγγίσεις, που δεν είναι δυνατές με κλασική συνεστιακή μακροσκοπία.

Η εγκατάσταση της υποδομής πολυφωτονικής μικροσκοπίας χρηματοδοτήθηκε εξ' ολοκλήρου από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο Έρευνας, μέσω της επιχορήγησης για Προχωρημένους Ερευνητές, που απονεμήθηκε στον καθηγητή Νεκτάριο Ταβερναράκη.